Ιστορίες για σκύλους και φουντωτές ουρές Με λένε Γκαστόν 108

Ιστορίες για σκύλους και φουντωτές ουρές Με λένε Γκαστόν 108

.. και μα τις χίλιες φουντωτές ουρές, η τραυματισμένη του αξιοπρέπεια σύντομα αποκαταστάθηκε και ανέβηκε και πάλι στις επάλξεις της πρακτορικής του αποστολής. Η ώρα δεν ήταν κατάλληλη για γατοκουβέντες. Έπρεπε ν’ αναλάβει δράση.

Και σύντομα μάλιστα. Ο Τζίνο κινδύνευε και η ώρα περνούσε.

Μα έμελλε ν’ ακολουθήσουν και άλλες περιπέτειες. Η βρωμούσα δεν προλάβαινε να σημειώνει στο ηλεκτρονικό της τεφτέρι και να στέλνει μέσω βάιμπερ ραπόρτο στον Πικάσο. Μα τα χίλια σκυλιά της Δαλματίας αυτός ο μάστορας δεν έχασε λεπτό από την αποστολή. Για να κάνουμε έναν μεγάλο σκύλο κουτάβι, το κανίς προσπάθησε ν’ αποκτήσει πρόσβαση στο τσαρδί του Τζίνο με κάθε τρόπο. Όμως, πάντα οι προσπάθειές του ναυαγούσαν. Τη μια πήγε να πηδήξει για να περάσει πάνω από τους θάμνους, όμως δεν υπολόγισε σωστά την απόσταση και κατέληξε στραπατσαρισμένος και γεμάτος αγκάθια κάτω από την ουρά, μετά προσπάθησε να ανοίξει λαγούμι και να περάσει κάτω από το φράχτη, όμως χάλασε το νοικοκυριό ενός λαγού, του οποίου η κυρά τον κυνήγησε μ’ ένα τηγάνι και, στην ύστατη απόπειρα σκαρφάλωσε στο δέντρο δίπλα από το σπίτι. Λίγα βήματα πριν το φράχτη, ένας τρυποκάρυδος άρχισε να τον τσιμπά με το μυτερό του ράμφος.Woofland - Ιστορίες για σκύλους και φουντωτές ουρές - Με λένε Γκαστόν 108

Αποκαρδιωμένος και γεμάτος τσιρότα και μια τρανή γρατσουνιά ως παράσημο στο μουσούδι του, κάθισε δίπλα στην πόρτα του σπιτιού. Σκέφτηκε να ντυθεί πλασιέ για κροκέτες και να χτυπήσει το κουδούνι. Αυτό δεν είχαν κάνει και κάτι κλέφτες στο σπίτι της γειτόνισσας; Μόνο που αυτός δε θα έκλεβε ούτε ψίχουλο. Δεν ήταν απατεωνίσκος. Ήταν ένας σούπερ ήρωας.

Η βρωμούσα είχε ξεφαντώσει. Έβγαζε συνέχεια φωτογραφίες. Ο Γκαστόν έμοιαζε με λαβωμένο παλιάτσο. Και αυτά τα τσιρότα ήταν για γέλια. Τσιρότα με σκυλιά Δαλματίας. Έλεος. Να δεις που το έκανε για να καλοπιάσει το αφεντικό. Πφ.. να δεις που θα έβγαζε πολλά λεφτά από τις φωτογραφίες αυτού του τσαρλατάνου στο ινσταγκραμ.

Και τότε έγινε το θαύμα. Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και η κυρία του σπιτιού, αυτή που είχε μείνει πίσω το πρωί (πρέπει να ήταν η κυρία που φρόντιζε το σπίτι και αυτή την ξανθόψειρα) άνοιξε την πόρτα και βγήκε με το καροτσάκι της για τα ψώνια. Τότε, η Φάτσα έκανε την κίνηση ματ. Γάβγισε παρακλητικά και της τράβηξε την προσοχή. Η κυρία αιφνιδιάστηκε. Πήρε το πιο δακρύβρεχτο βλέμμα της και την κοίταξε σαν αξιολύπητη βρεγμένη γάτα.

  • Ποια είσαι εσύ γλυκιά μου; φαίνεσαι χαμένη. Για να δω, έχεις λουράκι;

Η Φάτσα γύρισε και κοίταξε το κανίς με νόημα. Του έκλεισε το μάτι. Δε χρειάστηκε δεύτερη ματιά. Με αστραπιαίες κινήσεις Γκαστόν και Ρήγας πέρασαν μέσα στο σπίτι από τη μισάνοιχτη πόρτα. Άπειροι πόντοι στο τεφτέρι της βρωμούσας. Σαν σκιές πέρασαν από θάμνο σε θάμνο και σύρθηκαν στο γκαζόν. Έφτασαν στην πόρτα της κουζίνας. Ένα μικρό πορτάκι για σκύλους τους προσκαλούσε. Ο Γκαστόν έβαλε δειλά το κεφάλι του για να τσεκάρει το χώρο. Όλα καθαρά. Πέρασε από το πορτάκι και ο Ρήγας τον ακολούθησε. Ησυχία στο σπίτι. Μα, που ήταν ο Τζίνο; Έπρεπε να τον βρουν και να του μιλήσουν. Να δουν τι συμβαίνει.

Με πατήματα γάτας (ίου) μπήκαν στο σαλόνι. Το θέαμα τους άφησε άφωνους. Ώστε αυτό γινόταν τα πρωινά. Πόσο έξω είχαν πέσει…

Ειρήνη Ι. Ζαννάκη