Ιστορίες για σκύλους Ο Γκαστόν ο αδερφός του η μονομαχία 69

Ιστορίες για σκύλους Ο Γκαστόν ο αδερφός του η μονομαχία 69

.. ξιπόλητος και με την πιτζάμα έτρεξε στην αυλή αναζητώντας το κανίς.

Τα νεύρα του ήταν πάνω από το κεφάλι του. Ήθελε να πιάσει το κανίς από την ουρά φοινικόδεντρο και να τον φέρει δυο βόλτες.

Ακούς εκεί το παρδαλό το κατσίκι. Το μικρό αλητάκι. Το καινούριο του πάπλωμα!! Το ολοκαίνουριο μπλε πάπλωμα!! Το αφράτο και μυρωδάτο που η μαμά το είχε πλύνει με το μαλακτικό με το αρκουδάκι.. που ήταν απαλό σαν χάδι.. από το πρωί ονειρευόταν να απλώσει την αρίδα του στο κρεβάτι και να τυλιχτεί με το καινούριο ανοιξιάτικο παπλωματάκι. Κι όμως.. το χνουδάτο φιλαράκι είχε προλάβει να χαρεί το πάπλωμά του και να το καταστρέψει.

Ήξερε ότι το κανίς ήταν εκδικητικός παλιοχαρακτήρας και χαφιές του μπαμπά. Το είχε πολλές φορές αποδείξει. Όπως τότε που επειδή η γιαγιά μπήκε στο σπίτι και δεν το χαιρέτισε. Ο Γκαστόν έκανε δυο μέρες να της μιλήσει. Ή την άλλη φορά που τον είχαν πάει στη θεία του για φύλαξη. Έκανε τη βρώμικη δουλειά πάνω στο χαλί της για να εκδικηθεί. Ο θείος του έγινε μπαρούτι. Από τότε έχουν χαλάσει οι διπλωματικές τους σχέσεις (αν και ο Γκαστόν για έναν περίεργο λόγο τον αγαπάει τρελά. Μυστήρια της επιστήμης των σκύλων, να μου θυμίσετε να σας μιλήσω κάποια στιγμή και γι’ αυτό). Για να μη μιλήσω για τον τρόπο που συμπεριφερόταν στην αδερφή του. Ο τύπος ήταν ένας στυγνός εκμεταλλευτής. Της έτρωγε θρασύτατα το φαγητό, την ξυπνούσε μέσα στη νύχτα για να του ανοίξει τη πόρτα, την ανάγκαζε να του βάζει αρώματα μετά το μπάνιο. Και για ευχαριστώ; Περιφρόνηση και κακία. Μια φορά την είχε δαγκώσει, κιόλας. Και τώρα αυτό. Μια λίμνη έξω από την πόρτα του (την οποία πάτησε κιόλας) και ένα σκισμένο πάπλωμα. Αυτό το κανίς ήταν γκάνγκστερ! Ούτε γάτα δε θα συμπεριφερόταν τόσο μπαμπέσικα!

Κανίς και αηδίες. Καλύτερο ήταν το λαμπραντόρ του Βάγγου. Μόνο χαμογελούσε. Το ίδιο και το τσομπανόσκυλο του γείτονα. Καλοσυνάτο μέχρι αηδίας. Τα πιτσιρίκια ακόμα και ιππασία είχαν κάνει στη ράχη του. Αυτοί ήταν σκύλοι, φίλε μου. Κι ας μην ήταν τόσο έξυπνοι όσο ισχυριζόταν ο μπαμπάς ότι ήταν το κανίς. Δηλαδή και που ήταν έξυπνος τι έτρεξε στα γύφτικα; Σάμπως είχε πάρει το νόμπελ; Ή είχε κάνει καμιά δουλειά στο σπίτι; Βρε άλλα σκυλιά φέρνουν την εφημερίδα, κάνουν θελήματα, ακόμα και μεροκάματο βγάζουν. Το δικό τους το καφενείο ήταν ένας κλασικός τεμπέλης. Για τίποτα δεν ήταν άξιος. Τσάμπα οι κροκέτες και οι σκυλοτροφές που με περισσή όρεξη καταβρόχθιζε.

Όσο τα σκεφτόταν, τόσο φούντωνε. Σήμερα θα έμπαιναν κάποια πράγματα στη θέση τους. Θα του τα έλεγε χύμα και τσουβαλάτα. Και από την επόμενη ημέρα θα του έβρισκε δουλειά. Αρκετά έφαγε γλυκό ψωμί. Τώρα θα μάθαινε πώς είναι να ξυπνάς το πρωί και να φεύγεις από το ζεστό κρεβάτι. Ακούς εκεί να κάθεται όλη μέρα σαν τη χανούμισσα. Τάχα ήταν φύλακας. Ναι.. ο κλέφτης θα έβλεπε το κανίς και θα φοβόταν. Το πολύ πολύ να πέθαινε από το πολύ γέλιο. Έλεος.

Φυσικά τίποτα από όλα αυτά δεν έγινε. Ο Γκαστόν στην προσπάθειά του να αποφύγει τη σύγκρουση (η περισσή μαγκιά είχε υποχωρήσει όταν άκουσε τη γκαρίδα του αδερφού του) μπήκε κάτω από τα φύλλα του γιασεμιού και προσπάθησε να μείνει ακίνητος. Έλα όμως που ένα κλαδί μπλέχτηκε στο πόδι του και ήρθε σωρό κουβάρι, μαζί με την πέργκολα. Όταν τον είδε ο Γιώργος, έπαθε αυτό που θα πάθαινε ο κάθε επίδοξος κλέφτης. Πέθανε στα γέλια. «Εσύ είσαι που κάνεις τις ζημιές; Το φοβερό και τρομερό κανίς; Ούτε σάλιο δε θέλω να χαλάσω για να σε μαλώσω. Χαζοπούλι».Woofland - Ιστορίες για σκύλους - Ο Γκαστόν και ο αδερφός του - Η μονομαχία

Τι μπορούσε να πει; Ο μικρός είχε δίκιο. Αυτό το γιασεμί ήταν η καταδίκη του. Θα γελούσαν μαζί του ακόμα και οι γάτες των κάδων. Ακόμα και οι αρουραίοι των υπονόμων. Βρε ακόμα και τα σαμιαμίδια θα έστηνα χορό αν τον έβλεπαν. Θα έκανε την πάπια. Θα το έραβε με σακοράφα. Αυτή τη μάχη την είχε χάσει. Όχι όμως και τον πόλεμο.

Μέσα στην ησυχία το γέλιο του αδερφού του ακουγόταν τρανταχτό. Η Ειρήνη έσπευσε να τον βοηθήσει να απελευθερωθεί από τη λουλουδάτη παγίδα του. Όση ώρα προσπαθούσε να τον ξεμπλέξει, ένας ιστός αράχνης κατέβηκε δίπλα του. Ευτυχώς η μικρή δεν είχε αντιληφθεί την ύπαρξή του. Πριν προλάβει να καταλάβει τι συμβαίνει, άρπαξε το σημείωμα που είχε επάνω.

«Φτηνά τη γλίτωσες και πάλι. Στοπ. Κάνε μου μια χάρη. Στοπ. Τίναξε καλά τα λουλούδια από πάνω σου. Στοπ. Μοιάζεις με φράγκικο επιτάφιο. Π.

Ειρήνη Ι. Ζαννάκη