Ο σκύλος μου κόλλησε τσιμπούρια. Γκαστόν 34ο

Ο σκύλος μου κόλλησε τσιμπούρια. Γκαστόν 34ο

Απέναντι από το σπίτι της τρελής τρελής οικογένειας υπάρχει ένα μικρό ρεματάκι. Όταν ο Γκαστόν ήταν κουτάβι αυτός ο χώρος ήταν ένας μικρός παράδεισος που ούτε καν τον έπιανε το μάτι. Αν είχες τη διάθεση να περάσεις το δρόμο και να κατέβεις μια μικρή χωματένια κατηφόρα (λίγο απότομη η αλήθεια είναι.. πιο πολύ με τσουλήθρα έμοιαζε) σε περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη.

Μπροστά στα μάτια σου ανοιγόταν μια αληθινή όαση.. Στο κέντρο υπήρχε ένα γάργαρο ποταμάκι.. γύρω από αυτό ένα καταπράσινο πλάτωμα και στις όχθες κατάλευκα κρινάκια. Κι όλα αυτά κάτω από την πυκνή σκιά των δέντρων.. Παραμυθένια απόλαυση.. ένας τόπος ιδανικός για παιχνίδι και ξεγνοιασιά.

Την ομορφιά αυτή την ανακάλυψαν οι μικρές ξαδέρφες και νονές του Γκαστόν, η Λευκή και η Χρύσα (τις θυμάστε, θαρρώ). Κάθε πρωί πήγαιναν εκεί με τη γιαγιά Χρυσάνθη και έπαιζαν. Έστρωναν στο γρασίδι μια κουβερτούλα και άπλωναν τα παιχνίδια τους. Κούκλες, μπαλίτσες, παραμύθια και το σερβίτσιο με τα φλιτζανάκια του τσαγιού. Ετοίμαζαν τσάι και το έπιναν σαν μικρές κυρίες. Ειδικά η μικρή είχε πολύ γέλιο αφού σήκωνε και το μικρό της δαχτυλάκι όπως είχε δει στα παιδικά. Κερνούσαν και τη γιαγιά που πάντα είχε μαζί της μπισκοτάκια και άλλα καλούδια. Φυσικά στην επιστροφή είχαν πάντα ως σουβενίρ κρινάκια και άλλα αγριολούλουδα που τα χάριζαν καλόκαρδα στις γειτόνισσες.

Ένα πρωί την ώρα που κατέβαιναν στο φυσικό του παιδότοπο είδαν το κανις στην αυλή. Το βλέμμα τους φωτίστηκε. Αυτό ήταν! Θα έπαιρναν και τον σκυλάκο μαζί τους. Μόλις ο Γκαστόν είδε το λουράκι εκστασιάστηκε. Ακολούθησε με κέφι γιατί οι μικρές ήξεραν να καλοπερνάνε και αυτό ήταν πασίγνωστο.. Φυσικά, κανείς δεν αναρωτήθηκε γιατί ποτέ δεν είχαν δει κανένα άλλο σκυλάκι εκεί. Αν είχαν μπει στον κόπο να ρωτήσουν θα είχαν μάθει ότι εκεί ήταν που ο σκύλος του γείτονα κόλλησε τσιμπούρια..

Πέρασαν το δρόμο προσεκτικά και με μια δρασκελιά στην κατηφόρα το φιλαράκι βρέθηκε στον παράδεισο..

Μα τις χίλιες βρεγμένες γάτες αυτό το μέρος ήταν θεσπέσιο.. ιδανικό για έναν αρχοντόσκυλο σαν και του λόγου του. Εννοείται ότι τα κορίτσια τον άφησαν ελεύθερο, χωρίς λουράκι, για να μπορέσει να απολαύσει τη διασκέδαση. Έτρεξε, έσκαψε το χώμα και έπαιξε κυνηγητό με τις πιτσιρίκες. Οι μικρές του είχαν ετοιμάσει και μια έκπληξη, μια μικρή μπαλίτσα με το γουίνι για δωράκι. Σταμάτα τρελό καρδιοχτύπι!! Τι ξέφρενο γλέντι ήταν αυτό..

Μετά από το παιχνίδι κάθισαν όλοι στην κουβέρτα. Ο Γκαστόν ξαπλώθηκε φαρδύς πλατύς στα πυκνά χόρτα. Δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να ανέβει στην κουβέρτα αλλά προτιμούσε να δροσίζεται (φυσικά αυτό θα του έβγαινε σε κακό). Η αλήθεια είναι ότι το κανίς δεν περνούσε και τόσο ωραία αφού αυτά τα κοριτσίστικα με τα τσαγιερά και τα φλιτζάνια τα έβρισκε ανόητα, όμως η γιαγιά είχε φροντίσει να φέρει μεζεδάκια εκλεκτά που γέμισαν το λιχούδικο στομαχάκι του. Αχ.. αυτή ήταν ζωή…

Όταν ήρθε η ώρα της επιστροφής τα κορίτσια ετοίμασαν ένα μπουκετάκι κρινάκια και το στερέωσαν στο κόκκινο κολάρο του μικρούλη. Η Χρύσα του σήκωσε το αυτάκι και του ψιθύρισε «Πάρε αυτό φιλαράκι και να το δώσεις στη θεία Ελένη όταν μπεις μέσα στο σπίτι για να μη σε μαλώσει που είσαι γεμάτος βρωμίτσες». Μα για το όνομα του σκούμπι ντου.. αυτός ήταν ένας γενναίος σκύλος.. τι ρεζιλίκι ήταν αυτό.. λουλούδια θα κουβαλούσε; Με μια αριστοτεχνική κίνηση έριξε τα λουλούδια και τα πάτησε την ώρα που η μικρή κοιτούσε αλλού. Αυτό έλειπε δα. Δε θα κουβαλούσε τίποτα. (κάτι κουβαλούσε.. απλά δεν το ήξερε ακόμα).

Woofland - Ο σκύλος μου κόλλησε τσιμπούρια Γκαστόν 34ο

Κουρασμένος από το παιχνίδι και αποκαμωμένος από τη ζέστη του μεσημεριού έπεσε τέζα στα δροσερά πλακάκια. Πάνω που ο ύπνος τον είχε ζαλίσει ένιωσε κάτι να τον γαργαλάει στο λαιμό του. Πάλι αυτά τα παλιόπαιδα ήταν. Τις προάλλες είχαν πάρει ένα φτερό και του γαργαλούσαν τα πατουσάκια. Κανένας σεβασμός για έναν κουρασμένο από τη ζωή σκύλο. Χωρίς να ανοίξει τα μάτια γρύλισε απειλητικά και έδειξε τα δόντια του απέναντι στην αόρατη απειλή, τον εισβολέα στην ιδιωτικότητά του. Τίποτα. Το γαργαλητό επέμενε. Άνοιξε τα μάτια απότομα. Κανείς. Περίεργα πράγματα…

Κι όμως… η φαγούρα και το γαργαλητό συνεχίζονταν αμείωτα. Γύρω στο απόγευμα η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Πραγματικά δεν τον χωρούσε ο τόπος. Ξυνόταν συνεχώς και δεν μπορούσε να βρει ησυχία πουθενά. Σε μια κρίση παροξυσμού ξάπλωσε ανάσκελα και έτριβε την πλάτη του στο πάτωμα. Τι βάσανο ήταν αυτό… Υποσχέθηκε νοερά να μην ξαναενοχλήσει ποτέ γάτα.. ούτε σαύρες, σαλιγκάρια ή χελώνες. Και φυσικά δε θα ξαναέκανε ποτέ τσίσα εκεί που δεν έπρεπε. Τέρμα οι βρωμοδουλειές. Θα ήταν τύπος και υπογραμμός. Αρκεί να γλίτωνε από τη φαγούρα.

Στο σπίτι κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Η μαμά θυμήθηκε τα παιδικά χρόνια των παιδιών που όταν ήταν στο δημοτικό κολλούσαν ψείρες και τους πάστωνε με σκόνες και ειδικά σαμπουάν. Βρε λές;; Λες να κόλλησε τσιμπούρια;

«Για έλα εδώ μικρέ..» του είπε επιτακτικά και τον τράβηξε στο φως. «Για έλα να σε ψάξω..». Θες από αμέλεια, θες από ματαιοδοξία, δε φόρεσε τα γυαλιά της. Φυσικά δεν είδε τίποτα, αφού ψύλλος στ’ άχυρα είναι δύσκολο να βρεθεί. Ο Γκαστόν έγινε μπαρούτι. «Χρυσή μου είσαι με τα σωστά σου; Τι με πασπατεύεις; Εκεί είναι.. δεν το πιάνεις; Βγάλ’ το να πάει στην ευχή». Τίποτα όμως. Την κατάσταση ήρθε να βοηθήσει ο μπαμπάς. Εκείνος αποκλείεται να είχε ψάξει ποτέ τα παιδιά του για ψείρες. Ήταν φανερό. Δεν είχε την παραμικρή ιδέα.

Ο Γκαστόν έφυγε αηδιασμένος. Στάθηκε μπροστά τους και άρχισε το ξύσιμο με μανία. Αφού δεν ήταν σε θέση να τον βοηθήσουν θα την έβγαζε μόνος του το τσιμπούρι. (μωρέ καλά έλεγε ο παππούς του πως αν δεν μπορείς να ξυθείς μόνος σου μην περιμένεις βοήθεια από κανέναν. Τώρα διαπίστωνε πόσο δίκιο είχε). Μετά από επίμονο ξύσιμο το βρήκε. Το ξεκόλλησε με δύναμη από πάνω του και το πέταξε μακριά. Φτου ξελευθερία. Τέρμα η φαγούρα. Οι γονείς πετάχτηκαν έντρομοι. Στα πλακάκια της κουζίνας υπήρχε μια μαύρη κουκίδα με ποδαράκια. «Τσιμπούρι!» αναφώνησαν κι οι δύο με τρόμο. Το ξεπάστρεψαν με συνοπτικές διαδικασίες. Από το μέγεθός του κατάλαβαν ότι είχε περιποιηθεί αρκετά το σκυλάκι τους. Έσυραν τον Γκαστόν στη μπανιέρα και μετά στον κτηνίατρο. Τα τσιμπούρια είναι επικίνδυνα παράσιτα.

Ο κτηνίατρος τους μάλωσε που έβγαζαν το σκύλο τους απροστάτευτο στα χόρτα. Τους προμήθευσε με ειδικό κολάρο για τα έντομα και ειδικές αμπούλες. Από δω και πέρα εξοχή και κολάρο πήγαιναν παρέα. Και οι αμπούλες αντί για άρωμα το καλοκαίρι…

Τέλος καλό όλα καλά λοιπόν για το φιλαράκι μας, ο οποίος για λίγες μέρες βρήκε την ησυχία του αφού η μαμά απαγόρευσε στην αδερφή του να τον φιλάει συνεχώς και να τον παίρνει στο κρεβάτι της.

Ουδέν κακόν αμιγές καλού… μα τις χίλιες κροκέτες… ή, για να λέμε και του στραβού το δίκιο.. μα τα χίλια τσιμπούρια..


Ειρήνη Ι. Ζαννάκη

Διαβάστε εδώ την ιστορία του Γκαστόν από την αρχή