Woofland – Ιστορίες για σκύλους – Με λένε Γκαστόν 52

Woofland – Ιστορίες για σκύλους – Με λένε Γκαστόν 52

Μα τις χίλιες τραγανές κροκέτες.. αυτή η απροσεξία ήταν η ταφόπλακα των ονείρων του.. σαν μια γάτα μέσα σε ποντικοφωλιά.. σαν να το έβλεπε μπροστά του.. όλοι οι χαραμοφάηδες να τρώνε τα μοσχομυριστά κότσια και τις άλλες λιχουδιές κι εκείνος θα την έβγαζε με κροκέτες (δε λέω.. στην αναβροχιά καλή κι η Παναγιώταινα.. αλλά καμία Παναγιώταινα δε συγκρίνεται με την ευλογημένη τσίκνα του γουρουνιού. Ά, όλα κι όλα.. το σωστό να λέγεται).

Όμως δεν ήταν γραφτό να φάει κροκέτες το κανίς. Τζάμπα έκανε θεωρίες συνωμοσίας στο μικρό του κεφαλάκι ότι η γάτα της γωνίας του είχε κάνει μάγια. Όλα πήραν το δρόμο τους.. και σίγουρα αυτός δεν περιελάμβανε ούτε κροκέτες ούτε (omg) κάποια σιχαμένη γάτα.

Μετά το μακελειό που έγινε τα πνεύματα είχαν ηρεμήσει. Το κανίς είχε λουφάξει σε μια γωνίτσα και η Ειρήνη καθόταν στο κρεβάτι ελαφρώς κλονισμένη και σαν βρεγμένη – ε, τώρα θα το πω.. δεν υπάρχει άλλη επιλογή – γάτα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα ως έντιμος πολίτης να κάνω μια καταγγελία σχετικά με την ελληνική γλώσσα η οποία όχι μόνο δεν καταργεί τη μισητή λέξη αλλά έχει δημιουργήσει και ένα πλήθος παροιμιών και εκφράσεων με αυτά τα χνουδάτα και ύπουλα όντα. Αίσχος. Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς σαν άνθρωπος – παρντόν.. σκύλος ήθελα να πω.

Όταν κατέβηκε η μαμά κάτω (τελικά είχε ντυθεί και ήταν πολύ όμορφη και κομψή) της είχαν περάσει τελείως τα νεύρα. Βρήκε την Ειρήνη κουλουριασμένη και με τα μάτια κόκκινα από το κλάμα. Το γκαστονάκι βρέθηκε ξαπλωμένο στα πόδια της. Τους λυπήθηκε. Έμοιαζαν λυπημένοι. «Ελάτε βρε χαζούληδες.. μια κουβέντα είπαμε.. Σηκωθείτε να ντυθείτε. Έχουμε κι ένα πάρτι να μας περιμένει».

Δε χρειάστηκε να περιμένει πολύ. Σε κλάσματα του δευτερολέπτου τα δυο μικρά λαμόγια πετάχτηκαν σαν ελατήρια. Ο Γκαστόν πρώτος και καλύτερος πήδηξε στην αγκαλιά της. Η Ειρήνη έφυγε σφεντόνα για την ντουλάπα. Και κάπως έτσι, το κανίς βρέθηκε στο πάρτι. Στην αγκαλιά του μπαμπά του, καλοχτενισμένος και μοσχομυριστός. Αυτό το τελευταίο ήταν ένα κόλπο που ανακάλυψε πρόσφατα. Είχε καταλάβει ότι μετά το ξύρισμα ο μπαμπάς έβαζε μια ωραία κολόνια. Πήγαινε, λοιπόν, στην αγκαλιά του και έτριβε το μουσούδι και την κορυφή του κεφαλιού του στο πρόσωπό του. Έτσι, έπαιρνε τη μυρωδιά και γινόταν ένας μικρός κύριος. Γατάκια.. για ποιον με περάσατε; Βρε ο Γκαστόν θέλει δέκα σαν κι εσάς.. σας πουλάω και σας αγοράζω.. Τελευταία πινελιά το κόκκινο παπιγιόν που είχε κοτσάρει στο λαιμό του. Πραγματικός λόρδος. Και λόρδα.. να μην ξεχνιόμαστε..

Και το πάρτι εξελισσόταν.. ο Γκαστόν τσίμπησε πολλά μεζεδάκια, όμως κάτι τον ξεβόλευε. Για την ακρίβεια καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα. Πού ήταν το Δαλματίας. Οι γονείς του είχαν έρθει εδώ και ώρα με τα χέρια γεμάτα λιχουδιές. Εκείνος πού ήταν; Το κανισάκι μελαγχόλησε. Έπρεπε, αν μη τι άλλο, να κλέψει κάτι για το κολλητάρι του. Μακάρι να ήταν εκεί.. Woofland - Ιστορίες για σκύλους -Με λένε Γκαστόν 52

Όμως και πάλι οι ουρανοί των σκύλων ήταν ανοιχτοί .. Ο Πικάσο ήταν αρκετά έξυπνος. Για να μπορεί να κόβει κίνηση βγήκε στη βεράντα. Κάποιοι καλεσμένοι κάπνιζαν αμέριμνοι. Μέσα στην αναμπουμπούλα το μάτι του πήρε ένα μαύρο χνουδωτό μπαλάκι με ένα κόκκινο κορδελάκι στο λαιμό. Πέθανε στα γέλια. Πόσο φλώρος ήταν ο καημένος.. Σαν κολεγιόπαιδο τον είχαν.. Πραγματική αρσακειάδα.. Με κόπο έπνιξε το χάχανο που πήγε να ξεσπάσει. Θα τον κανόνιζε μετά. Κάτι τέτοιοι χαλάνε την πιάτσα και ανοίγει ο δρόμος για μεγαλύτερα καραγκιοζιλίκια όπως κορδελάκια, παλτουδάκια και άλλα ανόητα αξεσουάρ. Όμως δεν ήταν της παρούσης.

Με μια πρόχειρη ματιά διαπίστωσε ότι το μπαλκόνι της κρεβατοκάμαρας του σπιτιού τους χωριζόταν από το διπλανό σπίτι με ένα απλό διαχωριστικό. Λογικά η μπαλκονόπορτα των γειτόνων θα ήταν ανοιχτή, προκειμένου να αερίζεται το σπίτι. Το μυαλό του πήρε εκατό στροφές μαζί. Αυτό ήταν!! Κάντε θέση στο μπουφέ!

Βγήκε στο μπαλκόνι και χαμήλωσε το σώμα του. Με κινήσεις που θα ζήλευε ακόμα και μια γάτα κομάντο σύρθηκε κάτω από το διαχωριστικό. Λίγο ακόμα… ρούφα την αναπνοή σου.. έλα.. αυτό ήταν !! Ο Πικάσο πέρασε στο μπαλκόνι των γειτόνων και μπήκε τρεχάτος στο σπίτι. Την ώρα που όλοι τσιμπολογούσαν ακούστηκε ένα ποδοβολητό στις σκάλες. Η Αλεξάνδρα τσίριξε. Οι καλεσμένοι θορυβήθηκαν. Ο μόνος που στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων ήταν ο Γκαστόν. Είχε καταλάβει ότι ο πανέξυπνος φίλος του θα έβρισκε τον τρόπο.

Ο Πικάσο εμφανίστηκε στο σαλόνι με όλη τη μεγαλοπρέπεια που του χάριζε η αριστοκρατική του φιγούρα. Μα τα 101 σκυλιά Δαλματίας αυτός ήταν πιο όμορφος κι απ’ τα εκατό μαζί! Όλοι έσκασαν στα γέλια. Η Ειρήνη εκστασιάστηκε και η μαμά με το Σωτήρη (τον μπαμπά του Πικάσο) τους πέταξαν έξω με τις κλωτσιές. Την ώρα που σουρούπωνε οι δυο φίλοι στέκονταν ειρηνικά στο κατώφλι και ατένιζαν το ηλιοβασίλεμα.

          Δεν πειράζει ρε Πίκο.. την επόμενη φορά θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Έτσι δεν είναι;

          Έτσι είναι..

          Και θα φάμε πολύ. Έτσι δεν είναι;

          Έτσι είναι..

         

          Γκαστόν;

          Τι;

          Μου κάνεις μια χάρη φίλε; Βγάζεις αυτή την κόκκινη προπέλα από το λαιμό σου; Μοιάζεις με τζιτζιφιόγκο.

         

Αργά το βράδυ ήρθε ένα πιάτο με κρεατάκια και λιχουδιές. Ήταν ένα υπέροχο πάρτι.. Μα τα χίλια κόκκινα λουράκια.. Ειρήνη Ι. Ζαννάκη